Μοίρα μου…
Σα ματωμένο παραμύθι
Εκδόσεις Δαρδανός Χρήστος Ε. | 2016
ISBN: 978-960-380-240-2
Σελ. 108
«… Για να ξυπνήσει η μνήμη, μη και χαθούν με το πέρασμα του χρόνου γεγονότα μικρά και μεγάλα…»
Η εκατόχρονη γιαγιά από το Αϊβαλί αναπολεί κι εξιστορεί στα εγγόνια της την ιστορία της μακράς και πολυτάραχης ζωής της, η οποία ταυτίζεται με την ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα. Κυριαρχεί η εξιστόρηση της ευτυχισμένης ζωής πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, αλλά και μετά, ο ξεριζωμός απ’ το γενέθλιο τόπο και η επώδυνη προσπάθεια εγκατάστασης και προσαρμογής στον ελλαδικό χώρο. Αποτυπώνεται ο πόνος του ξεριζωμού των προσφύγων του 1922 από την περιοχή της Μ. Ασίας, αλλά και η φιλική και ειρηνική συνύπαρξη Ελλήνων και Τούρκων στην προ της Καταστροφής περίοδο, με λυρική και νοσταλγική ανάπλαση της καθημερινής ζωής στην “αλησμόνητη πατρίδα”.
(Από την επιτροπή του Λ’ Λογοτεχνικού διαγωνισμού 2012 του Φιλολογικού Συλλόγου ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ)
Κριτικές - Δημοσιεύματα
Οι σοφοί Αρχαίοι ημών πρόγονοι έλεγαν το εξής σωστό: «Ουκ εν τω πολλώ το ευ, αλλ, εν τω εύ το πολύ, δηλαδή –εν ολίγοις- δεν έχει σημασία η ποσότητα αλλά η ποιότητα, καθώς δεν βρίσκεται πάντα το καλό στο πολύ. Διαβάζοντας αυτό το νέο εξαιρετικό βιβλίο της αγαπητής Ελένης Λύτρα-Χαραρά διαπιστώνω για μια ακόμα φορά ότι οι πρόγονοί μας ήταν πάνσοφοι και είχαν συλλάβει το πραγματικό νόημα της ζωής. Αυτό το ολιγοσέλιδο μυθιστόρημα, ή νουβέλα καλύτερα, μια και δεν χωρίζεται σε κεφάλαια αλλά αποτελείται από ένα ενιαίο κείμενο χωρισμένο σε παραγράφους-ενότητες- αποτελεί χωρίς υπερβολή ένα μικρό ανεκτίμητο διαμάντι! Η πρώτη φορά που το διάβασα ήταν μόλις το πήρα στα χέρια μου. Το διάβασα απνευστί, καθώς δεν μπορούσα να το σταματήσω αφού με είχε κυριολεκτικά συνεπάρει. Και καθώς οι μέρες πέρασαν και αναπόφευκτα αναγκαστικές και μη υποχρεώσεις απομάκρυναν τη σκέψη μου από αυτό, θέλοντας να μοιραστώ τις εντυπώσεις μου μαζί σας, αποφάσισα να το ξαναδιαβάσω για δεύτερη φορά και πρέπει να ομολογήσω ότι το απόλαυσα ακόμα περισσότερο.
Από τον υπέροχο και αλληγορικό τίτλο του, το όμορφο αλλοτινών καιρών, εξώφυλλό του, μέχρι την λυρική, ποιητική γραφή της συγγραφέως, αυτό το βιβλίο με ξετρέλανε πραγματικά! Όχι τόσο το κυρίως θέμα του που είναι λίγο, πολύ γνωστό, αυτό των χαμένων και αλησμόνητων πατρίδων της Μικράς Ασίας και τον ξεριζωμό των Ελλήνων Μικρασιατών και της αναγκαστικής προσφυγιάς στην οποία αυτοί κατέφυγαν, όσο ο υπέροχος τρόπος με τον οποίο η συγγραφέας ύφανε την ιστορία της ηρωίδας της, της εκατοντάχρονης Αθηνάς Καραμάνου. Όλα ξεκινούν την ημέρα που τελειώνει ένας χρόνος, αιώνας και μία χιλιετία, στις 31 Δεκεμβρίου του 1999. Η γηραιά ηρωίδα μας περιμένει με το γύρισμα του χρόνου να γιορτάσει τα εκατοστά της γενέθλια, κοντά στην αγαπημένη της εγγονή, την Θάλεια και την οικογένεια και τους φίλους της. Η γιαγιά είναι Μικρασιάτισσα, γεννημένη στο τέλος του προηγούμενου αιώνα στο περίφημο Αϊβαλί ή αργότερα τις Κυδωνιές, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τη Θερμή της Λέσβου. Οι δυο περιοχές βρίσκονται σε τέτοια εγγύτητα γεωγραφικά που μπορεί κανείς να πάει ακόμα και κολυμπώντας, ενώ όσοι στέκονται στην παραλία μπορούν να διακρίνουν τα φώτα, τα σπίτια και τα αυτοκίνητα ακόμα που διασχίζουν τους παραλιακούς δρόμους εκατέρωθεν. Φυσικό λοιπόν, ήταν η νεαρή τότε Αθηνά μαζί με την οικογένειά της να καταφύγει εκεί δύο φορές, ως πρόσφυγας, την πρώτη για λίγα χρόνια και την δεύτερη φορά μόνιμα και αμετάκλητα, με την Ανταλλαγή των πληθυσμών και την καταστροφή της Σμύρνης και τον αντίκτυπο αυτής σε όλους τους Έλληνες της Μικράς Ασίας.
Η αιωνόβια Αθηνά, έχοντας δίπλα της την εγγονή της Θάλεια και όλους τους συγγενείς, τα δισέγγονα και τους φίλους τους κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν της, την ιστορία της οικογένειάς της και της ιδιαίτερης πατρίδας της, στο διπλό ξεριζωμό που αναγκάστηκαν να υποστούν, κατόπιν εντολών των ισχυρών της εποχής και στην προσπάθεια να ριζώσει η ίδια, η κόρη της, ο άντρας της και όλοι οι υπόλοιποι πρόσφυγες σε μία νέα φιλόξενη αλλά ξένη πατρίδα. Οι καιροί δύσκολοι και ταραγμένοι, πόλεμοι παγκόσμιοι και εμφύλιοι, καταστροφές οικονομικές και μη, εξορίες, ξενιτιά, όλα τα δεινά τα οποία υπέστη ο ελληνισμός κατά τη νεότερη Ιστορία του καταφέρνουν να απεικονιστούν στα λόγια και την σπασμένη φωνή της ηλικιωμένης Αθηνάς. Η συγκίνηση, ο πόνος, η αγάπη, ο έρωτας, η απώλεια, η νοσταλγία, η απόγνωση, η γιατρειά και η επούλωση περνούν μπροστά από τα μάτια μας, ολοζώντανα και μας κατακλύζουν τα αντίστοιχα συναισθήματα τα οποία μας διοχετεύει η χαρισματική συγγραφέας μέσω της συναρπαστικής γραφής της.
Μέσα από τις ολοζώντανες και μοναδικά δοσμένες μνήμες της εκατοντάχρονης Αθηνάς η συγγραφέας κατορθώνει να αναπλάσει με αξιοσημείωτη ικανότητα παραστατικότατες εικόνες ενός σχεδόν αιώνα, με μία λυρικότητα μοναδική και με έντονη τη συγκινησιακή φόρτιση της αφηγήτριας σε κάθε αράδα, σε κάθε γεγονός, σε κάθε θύμηση «…για να ξυπνήσει η μνήμη, μη και χαθούν με το πέρασμα του χρόνου γεγονότα μικρά και μεγάλα…» όπως γράφει και στο οπισθόφυλλο. Ένα βιβλίο που αξίζει πραγματικά να διαβάσετε και να φυλάξετε στην καρδιά σας σαν πολύτιμη μνήμη και για το οποίο αξίζουν θερμά συγχαρητήρια στην αγαπητή συγγραφέα!
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΗΓΟΣ, Συγγραφέας
Μιλάμε για τις ιστορίες που γράφονται σαν παραμύθια σύγχρονων μαρτυριών για τα αίτια και τα αποτελέσματα κάποιων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και τα βιώματα ενός λαού, του λαού μας, κοινωνικά, οικονομικά και πολιτιστικά.
Το αντίκτυπο όλων τούτων των γεγονότων που φτάνει ως σήμερα να ζωντανεύει τις ιστορικές μας μνήμες το χρωστάμε σε ανθρώπους, όπως η φίλη συγγραφέας Ελένη Λύτρα-Χαραρά που με την ερευνητική ματιά της και την ευαισθησία της έθεσε τη γραφή τους στη διαπάλη της ιστορικής συντήρησης, ώστε να γίνονται φωνές μέσα στη δυτικοκεντρική νεοτερικότητα που ως λαός ανοιχτός δυστυχώς αποδεχόμαστε εύκολα και τα κακώς κείμενα της.
Η συγγραφέας σε αυτό το έργο της με τον τίτλο Μοίρα μου, από τις εκδόσεις Χρήστος Δαρδανός Gutenberg, περικλείει ζωές ανθρώπων και διαδρομές προς το μέλλον φωτίζοντας όχι μόνο πτυχές της σύγχρονης ιστορίας μας από τον ξεριζωμό, αλλά χτυπάει καμπανάκι για όσα συμβαίνουν γύρω μας και μέσα στην πατρίδα μας.
Δεν είναι τυχαίο το ρωμαϊκό ρητό από τον 4ο αιώνα μΧ: πας μη Έλλην βάρβαρος που ανά τους αιώνες διατηρείται νωπό καθώς και σήμερα που βρισκόμαστε μέσα σε διεθνείς οργανισμούς ΝΑΤΟ-ΟΗΕ -ενωμένη Ευρώπη κλπ. που αποδεικνύεται ότι πρεσβεύουν κατά το δοκούν συμφέροντα και απολυταρχικά ιδεώδη προς όφελος τους εποφθαλμιώντας τον πλούτο της χώρας μας.
Θολά πάντα τα όρια που βαδίζει η πατρίδα μας… πόσο αλήθεια φταίει ο καθένας μας ως μονάδα μέσα στο σύνολο;
Και πόσο οι καθοδηγούμενες εξελίξεις προστατεύουν έναν λαό;
Το ‘79 με αφορμή τη βράβευση του Ελύτη με το βραβείου Νόμπελ, είπε:
Ήδη σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να έρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωση του.
Δεν θέλω να πιστεύω πως είμαστε λαός που ξεχνάει την ιστορία του και θα πάψει να έχει μέλλον.
Ποια θα είναι η Μοίρα μας τότε, καθώς
Από τη Μοίρα προκαθορίζονται οι ζωές των ανθρώπων, από την ίδια Μοίρα και οι ήρωες του βιβλίου της Ελένης Λύτρα-Χαραρά με μια ουσιώδη νατουραλιστική προσέγγιση, τη μιμητική απεικόνιση μιας αλλοτινής πραγματικότητας.
Η συγγραφέας μάς παραθέτει με την ώριμη γραφή της θέματα από την καθημερινή ζωή των πρωταγωνιστών της. Ξεκινά από ορισμένη χωροχρονική θέση, το Αϊβαλί, με ήρωες αληθινά μελετημένους στην ηθική συμπεριφορά τους, δείχνοντας ότι ήταν δέσμιοι εξωτερικών, φυσικών και κοινωνικών δυνάμεων και εσωτερικών παρορμήσεων με όσα βίωναν.
Μνήμες… μνήμες ανεξίτηλες που δεν σβήνει ο χρόνος όταν ο ιστός της παράδοσης υπογραμμίζει την πραγματική διάσταση των ιστορικών γεγονότων και των ατομικών δημιουργιών του αφηγητή. Δε σβήνεται η ομορφιά και το μεγαλείο μιας πόλης αξεπέραστου ελληνισμού με ρίζες βαθιά ριζωμένες.
Πώς να μετρηθεί ο ανθρώπινος πόνος, η απώλεια, ο ξενιτεμός; Η γιαγιά Αθηνά σε μια τελευταία της μνήμη που νιώθει ασφαλής με τους δικούς της, αφηγείται το βίο της και τα δεινά που σκόρπισαν ο ξεριζωμός, οι πόλεμοι, ο εμφύλιος.
Με πυρήνα το σπίτι της εγγονής Θάλειας, η εκατόχρονη γιαγιά Αθηνά εξιστορεί τα γεγονότα της οικογένειάς της. Η συγγραφέας διηγείται με γλαφυρότητα την καθημερινή ζωή των ηρώων, περιγράφει επεισόδια και καταστάσεις βγαλμένες από την σκληρή πραγματικότητα εκείνης της εποχής, τη γεμάτη πόνο, στέρηση, μαχητικότητα, εξαναγκασμό, κι ελπίδες στηριγμένες στις σταθερές αξίες μιας κοινωνίας που δεν της δόθηκαν περιθώρια επιλογής παρά μόνο το μονοπάτι του αγώνα και της μοναξιάς.
Ο αναγνώστης καλείται να παρακολουθήσει την πορεία μιας γενιάς και να μάθει για τα ιστορικά γεγονότα της εποχής μέσα από τη νατουραλιστική ματιά των ηρώων του βιβλίου.
Το βιβλίο αυτό αποτελεί τοιχογραφία μιας εποχής, ενός λαού, του λαού μας. Οι σκληρές συνθήκες επιβίωσης, με αφετηρία το υπέροχο Αϊβαλί στα μονοπάτια της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας.
Η συγγραφέας επικεντρώνει τη γραφή της μέσα από τα ιστορικά γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής στον άνθρωπο που βίωσε στο αίμα του την πίκρα, τον πόνο του θανάτου και τον καημό του ξεριζωμού. Μια τρυφερή όσο και συγκινητική καταγραφή γεμάτη μνήμες από τα απερίγραπτα δράματα που έζησαν οι πρωταγωνιστές του βιβλίου και ο ελληνισμός ολόκληρος.
Η συγγραφέας θέλοντας να κρατήσει ζωντανές τις πικρές στιγμές τις σύγχρονης ιστορίας μας, πριν η απάθεια απλώσει το πέπλο της λήθης να το σκεπάσει ο χρόνος, μας προσφέρει ένα εξαίσιο έργο.
Σπουδαία γραφή, γεννάει εικόνες, και πώς να μην είναι όταν οι καταγραφές προέρχονται από τις αλήθειες και τις αγωνίες της ζωής.
Δυναμικά τρυφερό ύφος που σε παρασύρει, σε δύσκολα γεγονότα, λες και διαβάζεις μια φανταστική ιστορία, ενώ τα έχουν βιώσει αληθινά πρόσωπα… άνθρωποι δικοί μας, άνθρωποι της διπλανής πόρτας.
Ιστορία βασισμένη στα προσωπικά βιώματα των ηρώων της από καταστάσεις που διαμορφώνει η Μοίρα, σε κάθε ακραία της έκφανση.
Η ελληνική Ανατολή παραδομένη στο αίμα και τη φωτιά. Έλληνες που χάνουν τις εστίες τους κι όσοι γλίτωσαν το θάνατο, άλλοι σύρθηκαν στα βάθη της Ασίας κι άλλοι εκπατρίστηκαν με τον εξαναγκασμό να ακολουθήσουν την οδό της προσφυγιάς.
Ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους χύνεται το μελάνι της Ελένης Λύτρα να φωτίσει με γλαφυρό τρόπο έκφρασης τις δραματικές περιπέτειες των ηρώων της, θέλοντας να αφήσει παρακαταθήκη στη μνήμη των γενεών που ακολουθούν, νωπό το δάκρυ της ανθρώπινης συμφοράς και αγριότητας από εκείνους που προσδιορίζουν τις τύχες των λαών.
Μια ιστορία του κοντινού παρελθόντος που η συγγραφέας με ευαισθησία και αίσθημα ευθύνης καταγράφει τις αλήθειες της με σκοπό να ζωντανέψει εξιδανικεύοντας τις τσακισμένες μνήμες της πατρίδας μας. ΔΒ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΤΣΟΥΛΑΣ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ
Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου μου «Μοίρα μου… σα ματωμένο παραμύθι» (Στα Διρρεύματα Κύμης)
Η ιστορία είναι μια παράξενη επιστήμη. Γράφεται μία μόνο φορά και με έναν τρόπο, διαβάζεται όμως πολλές φορές και από πολλούς, με πολλούς τρόπους. Και ο καθένας βγάζει τα δικά του συμπεράσματα.
Ο τόπος μας σέρνει πίσω του 10.000 κοντά χρόνια ιστορίας. Κάθε περίοδος μπορεί να γράψει εκατοντάδες βιβλία για τα γεγονότα, τους ανθρώπους, τις μικρές ή μεγάλες στιγμές του ελληνισμού, της πατρίδας μας.
Πατρίδα… πόσο όμορφη, πόσο γεμάτη λέξη για όλους μας. Τί είναι όμως η πατρίδα; Ο τόπος που γεννιόμαστε, που μεγαλώνουμε, το σπίτι μας, η οικογένειά μας, οι φίλοι μας, οι θάλασσες, τα βουνά; Είναι τα πάντα! Χωρίς αυτήν δεν θα είμασταν εμείς. Μέσα σ’ αυτήν γινόμαστε ό,τι είμαστε, προκόβουμε, πάμε ολοένα και πιο μακριά το τρένο της ιστορίας…
Η ιστορία της πατρίδας μας, χιλιοειπωμένη, χιλιοτραγουδισμένη, γεμάτη πόνους και βάσανα, θυσίες, αγώνες, πηγή έμπνευσης εκατομμυρίων ανθρώπων στον κόσμο, λίκνο του παγκόσμιου πολιτισμού, της δημοκρατίας, της ελευθερίας, των αγώνων για αξιοπρέπεια και καταξίωση του ανθρώπου ως μονάδας και πρωτεύουσας οντότητας πάνω και πρώτο απ’ όλα τα πλάσματα αυτού του πλανήτη.
«Κοινή γαρ η τύχη και το μέλλον αόρατον» πίστευαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Μοίρα, τύχη, αλλά και ο ανθρώπινος νους καθόριζαν και καθορίζουν ακόμα και την πορεία του ανθρώπινου γένους. Μοίρα, τύχη και το ελληνικό πνεύμα -με τα καλά και τα κακά του, με τα δίκαια και τα άδικά του, με τα σφάλματα και τις οδυνηρές επιλογές του- καθόρισαν την ιστορική πορεία του λαού μας.
«Μοίρα..» και το βιβλίο της Ελένης Λύτρα-Χαραρά, που δεν μας διηγείται βέβαια κάτι πρωτότυπο, μα έρχεται να προσθέσει ένα μικρό λιθαράκι στην ερμηνεία των ανθρώπινων καταστάσεων.
Διαβάζοντάς το νιώθεις σαν το μπουρίνι του καλοκαιριού. Η ηρεμία των πρώτων σελίδων, δεν μαρτυρά την ένταση που θα ακολουθήσει η διήγηση της κυρίας Αθηνάς, της ηρωίδας του μυθιστορήματος που ξεδιπλώνει μπροστά μας μισό αιώνα ιστορίας, ίσως της πιο σκληρής και πιο εξοντωτικής περιόδου για ολόκληρο τον ελληνισμό.
Μιας περιόδου που σήμανε τον ξεριζωμό μιας γενιάς που δύο χιλιάδες χρόνια κοσμούσε με την παρουσία της και τον αξιόλογο πολιτισμό της τις Μικρασιατικές ακτές μιας περιόδου που σημαδεύτηκε από το ηρωικό έπος του ’40, την Κατοχή, την Εθνική μας Αντίσταση και έκλεισε αυτό το πρώτο μισό του αιώνα μας με τον αιματοβαμμένο εμφύλιο. Κι ύστερα στη διήγηση πάλι η ηρεμία…
Η «Μοίρα..» της Ελένης, ζωντανεύει χωρίς υπερβολές και περιττές αναφορές, με τρόπο λιτό και μεστό αυτά τα 50 χρόνια ιστορίας. Δεν θα βρει ο αναγνώστης φλυαρίες και αναλύσεις, δεν θα βρει λεπτομέρειες ασήμαντες. Θα βρει μια κατάθεση ψυχής, έτσι όπως θα ζούσε ο καθένας μας τα γεγονότα της ζωής του χωρίς επικρίσεις και κατηγορίες ή σχόλια για το ποιος, πώς ή τι καθορίζει τελικά τη μοίρα των ανθρώπων. Αυτό πια αφήνεται στην κρίση του αναγνώστη, που σε πολλά σημεία θα αναρωτηθεί «εγώ τί θα έκανα;»
Αυτές οι καταθέσεις ψυχής δεν είναι μόνο ιστορία ή λογοτεχνία. Είναι θύμησες. Μια τράπεζα ανθρωπίνων συναισθημάτων και αναμνήσεων για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι.
Ας θυμηθούμε τα λόγια του Ρίτσου:
«Τούτος ο λαός αφέντη μου
δεν παίρνει πολλά λόγια
ακούει, σωπαίνει κι όσα του λες
τα δένει κομπολόγι.
Και κάποιο βράδυ δες σαν χτες
υψώνει το κεφάλι
κι αστράφτουνε τα μάτια του
κι αστράφτει ο νους του πάλι
κι όπως περνά κι όπως βροντά
μαδάει ο αγέρας ρόδα
κι από τη λάσπη ξεκολλά
της ιστορίας η ρόδα…»
Τζένη Βλάχου-Κουφοπούλου
……Απόψε η βραδιά είναι χειροποίητη.
Θα πλησιάσουμε τις λέξεις, τις ίδιες λέξεις, τα επίθετα, τα ουσιαστικά, τα καλολογικά και τ’ άλλα, όχι απ’ τη γραμματική της φαντασίας μόνο, αλλά κι από τον ψίθυρο της εσώτερης φωνής της Ελένης!
Της φίλης μου Ελένης, που πάνω στην αρμονία των συλλαβών, ονειροδρομεί ένα ταξίδι…
Το ταξίδι στις αναμνήσεις, στην ιστορία, στα μύχια των ψυχών, στα βήματα του παρελθόντος, στην χαραυγή του μέλλοντος!
Απόψε με τον πιο αγαπητικό τρόπο, θα προσεγγίσουμε την Ελένη και τη «Μοίρα» του βιβλίου της….
«Βιογραφία, είναι ό,τι γίνεται μέσα μας», λέει ο Γραμματικάκης.
Κι αυτό είναι δύσκολο να εκφραστεί με λόγια. Μπορεί όμως να ειπωθεί, με τον υπαινιγμό των ποιητικών κειμένων, με την αλληγορία των λέξεων, με το ταξίδι των συλλαβών! Η μαγεία της ανθρώπινης υπόστασης είναι ό,τι δεν φανερώνεται… ή μάλλον ό,τι μπορεί να αποκαλυφθεί, ψιθυρίζοντάς το από ψυχή σε ψυχή! Τί θα καταλάβετε λοιπόν… αν σας πω, πως…
η Ελένη είναι μια νέα κι όμορφη κυρία, κάτοικος Κηφισιάς, σύζυγος του Αντώνη, μητέρα δυο παιδιών, που μάλιστα φιλοτέχνησαν το εξώφυλλο του βιβλίου, γράφει κάθε πρωί 10 με 12, δίπλα στο παράθυρο κι ονειρεύεται να ταξιδέψει με τους γλάρους την Άνοιξη;
Τίποτα!
Αν όμως διαβάσετε τις σελίδες του βιβλίου της, ίσως μπορέσετε να ταξιδέψετε στα τοπία της ψυχής της!
Ίσως γνωρίσετε τα λεπτά εκείνα νήματα που συνδέουν τους ποιητές με τη ζωή, τους λογοτέχνες, με την μυστική φλέβα της φύσης, τη δόξα των συναισθημάτων, πάνω στην άγουρη λευκή σελίδα, τη συνείδηση του Συγγραφέα, που πασχίζει για την αλήθεια, στο μοναχικό ταξίδι των λέξεων.
Μαζί της, θα βγείτε πέρα στ’ ανοιχτά, εκεί που συγγραφέας κι αναγνώστης είναι οι δυό όψεις του ίδιου αστεριού, που μάχεται για το φως, στην πορεία του κόσμου. Ενός κόσμου που ταξιδεύει στις χιλιετηρίδες ανυποψίαστος στροτοκόπος του Ονείρου, άλλοτε,
αλλά και δεινός διαπραγματευτής της «Μοίρας» του, του αγνώστου εντός και εκτός του Σύμπαντος!
Με ένα πενάκι φως, σαν «ματωμένο παραμύθι» κυλούν οι χρόνοι στις σελίδες, διαβαίνουν σύνορα, ανθρώπους, ανήλιαγες στιγμές, κραυγές του πόνου, αδικίες, μα και χαρές, αγάπες, έρωτες, σιωπές και όνειρα, εξάρσεις ψυχικές, στο διάσελο της Ιστορίας!
Μέσα στη «μοίρα» του Ανθρώπου, του χρόνου, των γεγονότων, αναδύονται τα συναισθήματα, η πορεία των ηρώων, η αγωνία της συγγραφής.
Αυτό το ατέλειωτο ταξίδι ζωής-γραφής, που κοιμάται και ξυπνά στα δάχτυλα που γράφουν,
που ονειρεύεται και πλανιέται στα μάτια του αναγνώστη, στη σιωπή των μύθων, στη μουσική της ζωής, που χορεύει με τις αισθήσεις και τα συναισθήματα μας, μες στη μαγεία αυτού του βιβλίου!
Άλλωστε «ο κόσμος φτιάχτηκε για να χωρέσει σ’ ένα βιβλίο» λέει ο Μαλαρμέ!! Τζ.
ΕΛΕΝΗ ΛΥΤΡΑ
Ήταν ένα απόγευμα του Σεπτέμβρη πριν τέσσερα χρόνια. Καθισμένες στο σαλόνι του σπιτιού της φίλης μου της Παναγιώτας κουβεντιάζαμε οι δυο μας αμέριμνα για χίλια δυο πράγματα. Η κουβέντα έφτασε μακριά σε μνήμες κι από μένα κι από ‘κείνην… κι ήρθε κι επικεντρώθηκε γύρω από τη γιαγιά της, την Αθηνά, που γεννήθηκε στα 1900, την πρώτη του Γενάρη και πέθανε στο ξημέρωμα του 2000. Με είχε εντυπωσιάσει η αιωνόβια ζωή της με τις αντιφάσεις της, με τις όμορφες και τις σκληρές μέρες που είχε ζήσει. Γεγονότα και κομμάτια απ’ τη ζωή της, που η φίλη μου είχε κρατήσει ζωντανά στη μνήμη της, απ’ τις διηγήσεις εκείνης. Σταθήκαμε όμως περισσότερο στα χρόνια της Μικρασιατικής καταστροφής, όπου νιόπαντρη κοπέλα η γιαγιά της και σε ενδιαφέρουσα κατάσταση αναγκάστηκε να φύγει απ’ την πόλη της το Αϊβαλί, με άλλους πολλούς συμπατριώτες της Έλληνες. Λίγο ο συναισθηματισμός, λίγο η ταύτιση, όπως συμβαίνει συχνά με πρόσωπα που μιλούν στην ψυχή μας, μου κίνησαν το ενδιαφέρον. Είχα κι εγώ μια γιαγιά, δεν τη γνώρισα όμως ποτέ, που έζησε στην Πόλη τα χρόνια εκείνα, που ακόμα όλα ήταν παραμυθένια. Ακούσματα μακρινά για μένα, ζωντάνεψαν σκέψεις… Η ξεχασμένη μου ρίζα άρχισε να βλασταίνει, κι οι διηγήσεις για τη γιαγιά Αθηνά, να με στοιχειώνουν. Ένιωσα βαθιά τον πόνο της… και πώς να μετρηθεί ο ανθρώπινος πόνος, η απώλεια, ο ξεριζωμός! Ακόμα και με τις ίδιες τις λέξεις, που η γιαγιά χρησιμοποιεί στην αφήγησή της – άλλοτε στις ηθελημένες διηγήσεις της κι άλλοτε στις φευγάτες αναδρομές της μνήμης της – όσο κι αν αυτές έχουν ένα λυρικό τόνο, ο πόνος δεν μετριέται.
Η χιλιοειπωμένη ιστορία του διωγμού απ’ τις πατρίδες εκείνες, τις αλησμόνητες, προκάλεσαν την ανάγκη μου για μια πιο ουσιαστική προσέγγιση και βαθύτερη μελέτη, αλλά και τη γιαγιά Αθηνά να έρχεται κάθε τόσο στη σκέψη μου και στον ύπνο μου ακόμα, ζητώντας λύτρωση. Ξυπνήσανε τότε για τα καλά οι μνήμες οι κυτταρικές με αναγκαιότητα να βγουν στην επιφάνεια να μιλήσουν, να εξιλεωθούν. Ταυτίστηκα κι εγώ με ρόλους που οι διάφορες διηγήσεις από φίλους και συγγενείς με είχαν σημαδέψει κι έτσι το παιχνίδι της γραφής ξεκίνησε.
Το σήμερα παντρεύτηκε με το χθες κι η παρουσία μου μέσα στα κύτταρα των ηρώων μου, ζούσε ανεξέλεγκτα τις εποχές. Με σημάδια της «μοίρας», που προκαθορίζει τις ζωές των ανθρώπων και με τον ίδιο τρόπο τις ζωές των ηρώων του βιβλίου, το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον, γίνονται «στιγμή» κι ο χρόνος στάθηκε άχρονος κι αμείλικτα με πήγαινε στα δικά του ταξίδια.
Έζησα τις μέρες της ευτυχίας, με χρώματα κι αρώματα της Ανατολής, με τα μεταξωτά της Προύσας και τα χρυσαφικά, που εκφράστηκαν με τη νοσταλγία της ηρωίδας μου. Όμως και τις μέρες του πόνου, της καταστροφής, του διωγμού, της εγκατάστασης σε ελληνικά εδάφη με ανέχεια, με αγωνίες και τη μεγάλη δυσκολία της προσαρμογής κι ύστερα τους αγώνες για την πατρίδα, οικονομικές καταστροφές, πολέμους, εμφυλίους, ταραχές.. τις επιπτώσεις απ’ τα δεινά κι εκεί ο θάνατος να στέκει κυρίαρχος… κι η ηρωίδα μου πλάι του, να ζει σαν σε ένα ματωμένο παραμύθι. Μια πατρίδα η ίδια! Η πατρίδα μας, μέσα στον αιώνα που πέρασε.
«Εγώ σαν εσένα Πατρίδα μου
μες τ’ αγκάθια
μεγάλωσα
στ’ άγριο κύμα
τυλίχτηκα
των φονιάδων πληγές να ξεπλύνω
με αγάπη…
τώρα που όλα γαλήνεψαν
η ψυχή μου
σε Σένα επιστρέφει».
Έτσι τελειώνει η διήγηση και η ζωή της ηρωίδας μου, της Αθηνάς, έτσι κλείνει το βιβλίο μου, με τίτλο «Μοίρα μου…σα ματωμένο παραμύθι»